- ιόβας
- Όνομα βασιλιάδων της Νουμιδίας και της Μαυριτανίας κατά την αρχαιότητα.
1. I. Α’ (; – 46 π.Χ.). Βασιλιάς της Νουμιδίας. Ήταν γιος του Ιεμψάλα. Πήρε μέρος στον πόλεμο ανάμεσα στον Καίσαρα και στους οπαδούς του Πομπήιου ως σύμμαχος των τελευταίων, κατορθώνοντας μάλιστα να συντρίψει τις δυνάμεις του Κουρίωνα, απεσταλμένου του Καίσαρα (49 π.Χ.). Αυτοκτόνησε τρία χρόνια αργότερα, όταν οι Πομπηιανοί ηττήθηκαν από τα στρατεύματα του Καίσαρα στη Θάψο της Αφρικής.
2. I. Β’ (52 – 23 π.Χ.). Βασιλιάς της Νουμιδίας και της Μαυριτανίας (25-23 π.Χ.). Ήταν γιος του προηγούμενου. Μετά τη μάχη στη Θάψο (46 π.Χ.) οδηγήθηκε αιχμάλωτος στη Ρώμη, όπου ο Αύγουστος τον πάντρεψε με την Κλεοπάτρα Σελήνη, κόρη του Αντώνιου και της Κλεοπάτρας, δίνοντάς του αρχικά το βασίλειο της Νουμιδίας και αργότερα της Μαυριτανίας. Όμως η στενή εξάρτησή του από τη Ρώμη ανάγκασε τον I. να παραμείνει ένας νωθρός ηγεμόνας χωρίς προσωπικότητα. Αυτό φάνηκε καθαρά στο διάστημα της επανάστασης των Γετούλλων και των Μαυριτανών εναντίον του, οπότε περιορίστηκε στις προσπάθειες συμφιλίωσης. Ήταν μορφωμένος ηγεμόνας και κάτοχος μεγάλης βιβλιοθήκης, φρόντισε δε για τη διακόσμηση της πρωτεύουσάς του, Ιώλ (μετέπειτα Καισάρειας), με ρωμαϊκά μνημεία και άπειρα αγάλματα. Έγραψε στην ελληνική γλώσσα συγγράμματα σχετικά με τη διαλεκτική και διάφορα άλλα (ιστορικά, γεωγραφικά κλπ.), τα αποσπάσματα των οποίων συγκέντρωσε ο Μίλερ στον τρίτο τόμο του έργου του Αποσπάσματα Ελλήνων Ιστορικών, που πρωτοεκδόθηκαν στο Παρίσι το 1849.
* * *ἰόβας, ὁ (Α)(κατά τον Ησύχ.) «κάλαμος παρὰ Κρησίν».
Dictionary of Greek. 2013.